чрезмерно - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

чрезмерно - translation to Αγγλικά


чрезмерно      

• Such deposits yield badly broadened spectra.


• Materials that excessively load ([lang id=2]забивают[/lang]) grinding wheels ...


• See that no portion of the casing has worn too thin.


• The errors so obtained are apt to be unduly pessimistic.


• This will cause the threads to wear unduly.


• A prohibitively long exposure ...

чрезмерный      

• This "shell" shields us from excess ultraviolet radiation.


Over-lubrication of the shaft.


• That would give rise to prohibitively large loss of carbon.


• This permits expansion without undue (or excessive, or too much) strain.

чрезмерный      
adj.
extreme, excessive

Ορισμός

чрезмерно
нареч.
Соотносится по знач. с прил.: чрезмерный.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για чрезмерно
1. РАСХОЛАЖИВАЕТ: Чрезмерно сентиментальная женщина.
2. Это слишком, чрезмерно осведомленная журналистка.
3. Дуракоемкость российской политики чрезмерно велика.
4. Не надоедают постоянной опекой чрезмерно заботливые родители.
5. Все!" "Кому надо чрезмерно раскручивать рейтинг Медведева?
Μετάφραση του &#39чрезмерно&#39 σε Αγγλικά